Κουστωδία εμμονών

Γράφει η Βέρα Ι.Φραντζή

150727-philippe-halsman-11

Είναι και αυτό το βίτσιο να καταγράφεις ότι σκεφτείς. Λες και έχουν σημασία όσα σκέφτεσαι. Λες και κάποιος θα τα συμμεριστεί. Και το χειρότερο που μπορεί να συμβεί είναι να ταυτιστεί κάποιος μαζί σου. Τότε, πάνε ολότελα στράφι οι ελπίδες σου, η ιδεοληψία και η έπαρση, που τρέφεις για τον εαυτό σου, ότι είσαι κάτι φραγμένο και ανεκμετάλλευτο. Τότε, είναι που χάνεις οποιαδήποτε ψηφίδα φιλευσπλαχνίας για τον εαυτό σου. Και χάνεις και το ενδιαφέρον σου για τους άλλους. Πέφτουν τα τείχη των λαβυρίνθων της προσωπικότητας εκείνων, μπαζώνουν τα φράγματα στη βιβλιογραφία του χαρακτήρα τους… τους ξέρεις… είναι σαν εσένα.

Το μπλόγκινγκ δεν θα πεθάνει ποτέ για αυτόν ακριβώς τον λόγο. Το δυσθεώρητο εγώ μας μας νοιάζει και μας κόφτει και οι άλλοι τα νευρόσπαστα που από τις λέξεις μας κλωστές ακολουθούν τους περιπάτους μας, τα γαμήσια μας και τα τραύματά μας. Ράβουμε εμείς τα μπαλώματα με ένα καλογραμμένο γράμμα προς τον εαυτό μας σε κοινή θέα, εκπορνεύουμε τους αναγνώστες και νιώθουμε υπέροχα. Μα μας διαχωρίζει το θράσος μας να τους καπηλέψουμε τον χρόνο, την προσοχή και τα νεύρα τους. Είναι και αυτό ένα αξίωμα.

Από μικρή ήθελα αυτήν την υπερδύναμη, να ξέρω τι σκέφτονται οι άλλοι. Ποιος είναι εκείνος ο ηθικός λόγος που θα σε αποτρέψει να διαβάσεις ένα ημερολόγιο ή ένα μπλογκ; Λυσσαλέα θα το διαβάσεις, θα το γδύσεις, θα το το κάνεις να μετανοήσει την ώρα που γράφτηκε και δημοσιοποιήθηκε.

‘Ηθελα, λοιπόν, να ξέρω τι σκέφτονται οι άλλοι. Να ακούσω τη φωνή που μιλάει μέσα τους. Είναι σιγανή φωνούλα και ψιθύρισμα με πολλές δευτερεύουσες μισοτελειωμένες προτάσεις ή μήπως κάτι κοφτές κύριες με στεντόρια φωνή; Πόσο αφιλόστεργα νοήματα και ερωτόληπτα λόγια και καύλες ανείπωτες για καθένα που περνά δίπλα τους; Ή μήπως θα ντραπείς από την επανάληψη αδιάφορων, μονότονων και λεηλατημένων τετράστιχων, που πλάθουν με τα σάλια τους και τα ξεροκαταπίνουν σε κάθε προστριβή και επανάσταση που θα τους συμβεί γύρω τους;

Λένε το μπλόγκινγκ πέθανε. Οι πιο παλιοί στο λένε. Κανείς δε θα σε διαβάσει και είσαι χοντροκομμένος και θα σε χρεώσουν με ξεφτιλισμένη κριτική, αν σε διαβάσουν εν τέλει -να εδώ δεν ξέρει να χρησιμοποιεί τους συμπλεκτικούς συνδέσμους και όλοι οι επιλογοί της είναι βιαστικοί, κάτι πεταμένα κουρέλια, χρησιμοποιημένα για πανιά περιόδου.

Κάπως έτσι ξεκίνησα να γράφω. Με το ημερολόγιο και τις κυριακάτικες σκέψεις. Τα διάβασε η φιλενάδα μου, που καθόλου δεν διάβαζε, στα εννιά μας και μου είπε πως τα βρήκε τόσα ενδιαφέροντα. Και τότε ενηλικιώθηκα, σε μια στιγμή κρεμάστηκα στα 18 και μόνο μπροστά υπήρχε δρόμος και ποτέ πίσω.

Και είναι μια σταθερά στη ζωή όλων ετούτο το συμβατικό μονότερμα της ζωής, να ενηλικιώνεσαι αδιάκοπα. Δεν γίνεται να γυρίσεις πίσω και ποτέ δεν σταματά.

Η ενηλικίωση έχει πολλή μοναξιά και λέξεις που δεν υπάρχουν στην ελληνική γλώσσα για να την περιγράψεις. Η ενηλικίωση είναι σαν να διαβάζεις τα γράμματα σε έναν νεαρό ποιητή του Rainer Maria Rilke -ποτέ ξανά δεν γίνεται να επιστρέψεις στην κατάσταση πριν τα διαβάσεις και ποτέ δε θα είναι τίποτα άδειο σαν τα διαβάσεις. Βέβαια, πάντα θα υπάρχει και αυτό… ο Rilke ήταν τόσο ωραίος τύπος για φίλος, αδερφός, μέντορας, γείτονας, συνεπιβάτης, αγαπημένος ποιητής και λύτης προβλημάτων που ντρέπεσαι λίγο που δεν τον είχες διαβάσει πριν. Μα όχι, κάνω λάθος και πάλι, γιατί και στην ενηλικίωση ντρέπεσαι για τις άκομψες αποφάσεις που είχες πάρει και την άγνοια που σε βούλιαζε σε όλο και πιο δυσάρεστες καταστάσεις και σταλθέντα κακογραμμένα ερωτικά γράμματα, που τώρα θα έχουν αρχίζει ήδη να λιώνουν σε κάποια χωματερή.

Ένα αδιαπέραστο ρομαντικό πλάσμα που ενηλικιώνεται, δεν είναι κάτι εύκολο για την κανονικότητα της ζωής μιας οικογένειας. Οι διαπροσωπικές οικογενειακές σχέσεις διαταράσσονται εντελώς. Μια μάνα γίνεται παιδί και ένας πατέρας εχθρός και ένας αδερφός λέιψανο και μια αδερφή μια λάμπα φωτεινή που τρεμοπαίζει σε ένα καλυβι σε ένα βουνο, που προσπαθείς να φτάσεις ξυπόλητος και πεινασμένος ένα ολόκληρο βράδυ σε μια μακριά βόλτα στις παρυφές του λόφου. Χάνεται ο προσανατολισμός, η διαύγεια και δεσμοί αίματος. Από τα πιο σοβαρά πράγματα που μπορούν να σου συμβούν.

Το μπλόκινγκ είναι και η διαβολική επιθυμία να απαντάς σε ερωτήματα. Ευτυχώς, εγώ τα αφήνω σε άλλους αυτά. Μόνο να τα δημιουργώ ξέρω και αυτά χωρίς απαντήσεις, μιας και τα ρητορικά ερωτήματα είναι το φόρτε μου. Ξαναγυρνάς εν ολίγοις στην αρχή, εκεί που ξεκίνησαν όλα… το ψώνιο να γράφεις με ένα ψευδώνυμο, που θα το αποτινάξεις με την πρώτη δυσκολία να κερδίζει τη φήμη κάποιος έξω από εσένα.

2 thoughts on “Κουστωδία εμμονών

  1. Νομίζω πως όσο υπάρχουν αναρτήσεις, όπως οι δικές σου, που πάνε την σκέψη ένα βήμα πιο πέρα, το μπλογκιγκ θα αντέχει 😉

    1. Σας ευχαριστώ θερμά που με διαβάζετε και για το σχόλιο… να έχετε ένα καλο απόγευμα και καλή χρονιά με πολλες αναρτήσεις και εμπειρίες

Leave a comment